Ο Albert και ο Bruno είναι άφραγκοι, καταναγκαστικοί καταναλωτές, υπερχρεωμένοι, επιβιώνουν ο ένας με μικρές κομπίνες και ο άλλος έρμαιο μιας προσωπικής ζωής εκτός ελέγχου. Στην κοινοτική εργασία που κάνουν και οι δύο για να ορθοποδήσουν, συναντούν μια ομάδα νέων ακτιβιστών που παλεύουν για την κλιματική αλλαγή, την κοινωνική δικαιοσύνη και την οικολογική υπευθυνότητα. Ελκυόμενοι περισσότερο από τη δωρεάν μπύρα και τα πατατάκια παρά από τα επιχειρήματά τους, ο Albert και ο Bruno γίνονται σταδιακά μέρος του κινήματος χωρίς πεποίθηση, εκτός από εκείνη της εκμετάλλευσης κάθε δράσης και κάθε εξέγερσης για να βγάλουν κέρδος. Από τον ιδεολογικό μινιμαλισμό στην πραγματικότητα της υπερκατανάλωσης και της ευτυχισμένης νηφαλιότητας, ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πολύπλοκη απλότητα του μέλλοντός μας, τις αντιθέσεις και τα παράδοξα της εποχής μας - με λίγα λόγια, όλα πάνε καλά...
Albert et Bruno sont dans le rouge, consommateurs compulsifs, surendettés, ils vivotent entre petites combines pour l'un et une vie personnelle à la dérive pour l'autre. C’est dans le chemin associatif, qu’ils empruntent tous les deux pour sortir la tête de l’eau, qu’ils vont croiser des jeunes militants révoltés, alarmistes sur le climat, épris de justice sociale et d’éco-responsabilité. Plus attirés par la bière et les chips gratuites que par leurs arguments, Albert et Bruno vont peu à peu intégrer le mouvement sans conviction, si ce n’est celle de profiter de chaque action et de chaque rébellion pour magouiller et en tirer profit. Entre minimalisme idéologique ou subi, entre surconsommation et sobriété heureuse, nous faisons face à la simplicité complexe de notre avenir, aux oppositions et aux paradoxes de notre époque, bref tout va bien…