ΓΙΑΤΙ;
Το 1996, χιλιάδες ιστορίες έφτασαν στα πρωτοσέλιδα, ιστορίες που έχουν ήδη ξεχαστεί. Κάποιοι που γεννήθηκαν ή ζούσαν εκείνη τη χρονιά είναι ακόμα μαζί μας. Όμως, σχεδόν τίποτα δεν έχει μείνει να μας θυμίζει αυτούς που δε ζουν πια: μόνο ένα όνομα σ’ ένα νεκροταφείο ή σε μια παλιά, ξεχασμένη εφημερίδα .
Όταν οι απολαύσεις του παρόντος είναι αρκετά έντονες, μας επιτρέπουν να ξεχνάμε αυτό το απέραντο κενό. Η χαρά, η έκσταση δρουν σαν αντίδοτο. Η αγάπη, η τέχνη, ο χορός, ο πόλεμος, ο αθλητισμός έρχονται να γεμίσουν το κενό και να δώσουν νόημα στη σύντομη ύπαρξή μας. Μεταξύ αυτών των αντιπερισπασμών, αυτός που μου έδινε πάντα τη μεγαλύτερη χαρά ήταν ο χορός . Οπότε, μου άρεσε η ιδέα να κάνω μια ταινία βασισμένη σε μια πραγματική ιστορία που έγινε είδηση, με χορευτές των οποίων το ταλέντο με μάγευε. Αυτή η δουλειά μου έδωσε, και πάλι, τη δυνατότητα να παρουσιάσω κάποια από τα όνειρά μου και τους εφιάλτες μου στην οθόνη.
Το 1996 μοιάζει σαν να ήταν χτες. Μόνο που δεν υπήρχαν κινητά, ούτε διαδίκτυο. Αλλά η καλύτερη μουσική, που ακούμε μέχρι σήμερα, είχε ήδη κυκλοφορήσει .
ΠΩΣ;
Πάντα έβρισκα συναρπαστικές τις καταστάσεις όπου το χάος και η αναρχία κυριαρχούσαν, είτε ήταν καβγάδες στο δρόμο, είτε ήταν πάρτι στα οποία οι θαμώνες έχαναν τον έλεγχο λόγω της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Το ίδιο ισχύει και στα γυρίσματα των ταινιών μου: με ευχαριστεί να μην έχω γράψει ή προετοιμάσει τίποτα και να αφήνω τις καταστάσεις να εξελιχθούν μπροστά μου όπως σε ένα ντοκιμαντέρ. Κι είμαι ακόμα πιο χαρούμενος όταν δουλεύω μέσα στο χάος, γιατί ξέρω πως θα δημιουργήσει πραγματικά δυνατές εικόνες που θα είναι πιο ρεαλιστικές . Γι’ αυτόν τον λόγο, αντί να γράψω ένα σενάριο, προτίμησα απλά να διηγηθώ αυτή την ιστορία που σε στοιχειώνει. Μια χορευτική ομάδα συγκεντρώνεται σε ένα απομονωμένο κτίριο για να προετοιμαστεί πριν από μια παράσταση. Μετά την τελευταία πρόβα, γίνεται χαμός.
Το να δουλεύω πάνω σ’ έναν μονοσέλιδο «σκελετό», μου έδωσε τη δυνατότητα να αποτυπώσω αληθινές στιγμές και να μετατρέψω την αλληλουχία των γεγονότων σε εικόνες . Όταν θέλεις οι χορευτές -ανεξάρτητα αν είναι επαγγελματίες ηθοποιοί ή ερασιτέχνες- να αποδώσουν με την κίνηση και τον λόγο μια χαοτική κατάσταση, ο αυτοσχεδιασμός είναι απαραίτητος. Όσο για τον χορό, εκτός από την πρώτη σκηνή που ήταν χορογραφημένη, οι χορευτές ήταν ελεύθεροι να εκφραστούν στη δική τους γλώσσα.
Οι σκηνές γυρίστηκαν με χρονολογική σειρά προκειμένου να χτίσουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης κι ένα πνεύμα ανταγωνισμού το οποίο οδήγησε τους χορευτές σε ακόμα πιο «ψυχωτικές» ερμηνείες .
Αν και τα ναρκωτικά παίζουν ρόλο στην ταινία, αυτή τη φορά δεν ήθελα να δείξω το πως επιδρούν στη νοητική μας αντίληψη αλλά, αντιθέτως, να μείνω στην εξωτερική παρατήρηση των χαρακτήρων. Ένας άλλος κανόνας ήταν να τελειώσω τα γυρίσματα γρήγορα με μεγάλα πλάνα, κάτι που μπόρεσα να πετύχω επιλέγοντας η ταινία να διαδραματίζεται σε έναν μόνο χώρο. Έτσι, κατάφερα να ολοκληρώσω τα γυρίσματα σε ένα δεκαπενθήμερο μέσα στον Φεβρουάριο του 2018 . Βέβαια, είχαμε φροντίσει να προβάρουμε την πρώτη, χορογραφημένη σκηνή με τους χορευτές μας. Και τους είχαμε βάλει να ακούσουν την μουσική που είχαμε ήδη διαλέξει για την ταινία ώστε να προετοιμαστούν για τις υπόλοιπες χορευτικές σκηνές.
Όταν μιλάμε για χορό, μιλάμε και για μουσική. Προκειμένου να μείνουμε πιστοί στην εποχή στην οποία διαδραματίζεται η ταινία, επιλέξαμε μουσική που είχε κυκλοφορήσει μέχρι τα μέσα των 90s . Επίσης, προσπαθήσαμε να συμπεριλάβουμε κομμάτια που θα «άγγιζαν» όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο ώστε να δημιουργήσουμε ένα κλίμα οικειότητας.
ΠΟΙΟΙ;
Εξαρχής, ήθελα να κάνω μια ταινία με τους καλύτερους χορευτές της Γαλλίας και τους καλύτερους του εξωτερικού που θα μπορούσαν να έρθουν εδώ. Επειδή ήθελα η ταινία να έχει σαν επίκεντρο την σωματική έκφραση, δεν προσπαθούσα να βρω ηθοποιούς . Για να βρούμε τους χορευτές, ψάχναμε σε krump battles και χορούς βόγκινγκ στο Παρίσι και βλέπαμε χορευτικά βίντεο στο διαδίκτυο. Σ’ αυτό το κομμάτι, μας βοήθησε αρκετά ένας γνωστός DJ και μουσικός, o Κίντι Σμάιλ (Kiddy Smile). Τον γνώρισα στον πρώτο χορό βόγκινγκ που πήγα, και έπεισε κάποιους από τους φίλους του που έκαναν βόγκινγκ να μπουν στην ομάδα μας . Ο Κίντι ήταν και η ιδανική επιλογή για τον ρόλο του DJ Daddy. Η παρουσία κάποιων χορευτών άρχισε να προσελκύει και άλλους, και πολύ γρήγορα καταφέραμε να συγκεντρώσουμε τους χορευτές που θα εμφανίζονταν στην ταινία. Το ίδιο διάστημα, σκέφτηκα να επικοινωνήσω με την Σοφία Μπουτέλα στο Λος Άντζελες για να της προτείνω τον κεντρικό ρόλο της χορογράφου. Τα χορευτικά βίντεο που είχε ποστάρει με συνάρπαζαν σχεδόν όσο με συνάρπαζε και η ίδια! Πίστευα πως είχε την δύναμη και την τρέλα που απαιτούσε αυτός ο πολυδιάστατος και ακραίος ρόλος. Προτού μου δώσει την απάντησή της, μου σύστησε το άτομο που θεωρούσε το πιο κατάλληλο για να αναλάβει την χορογραφία στην ταινία, την Νίνα Μακ Νίλι, και θα ήθελα να την ευχαριστήσω ξανά γι’ αυτήν την εξαιρετική της ιδέα.
Σε χρόνο ρεκόρ, βρήκαμε ένα εγκαταλειμμένο σχολείο στο Βιτρί και καταφέραμε να εξασφαλίσουμε τα δικαιώματα για τα τραγούδια που ήθελα να χρησιμοποιήσω. Δύο μήνες μετά, είχαμε τη χαρά να παρουσιάσουμε αυτή την ταπεινή αναπαράσταση της πραγματικότητας.
Θέλω να ευχαριστήσω αυτούς που μας έφτιαξαν και που δεν υπάρχουν πια…
Ας αρχίσει το πάρτι!
ΓΚΑΣΠΑΡ ΝΟΕ