Το μαγευτικό κείμενο του Ρώσου συνθέτη Σεργκέι Προκόφιεφ γράφτηκε το 1936 και θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά μουσικά παραμύθια όλων των εποχών.
Το 1936 ο Προκόφιεφ αποδέχεται την πρόταση της διευθύντριας του παιδικού θεάτρου της Μόσχας να συνθέσει ένα μουσικό παραμύθι. «Το έργο θα πρέπει να βοηθήσει τα παιδιά να καταλάβουν και να αγαπήσουν τη μουσική. Το σημαντικότερο απ’ όλα είναι να βρεθεί μια κοινή μουσική γλώσσα με αυτά…» σημειώνει ο Προκόφιεφ. Έτσι, λοιπόν, δεν διστάζει να θέσει τη μουσική του εξ’ ολοκλήρου στην υπηρεσία του κειμένου, ώστε να προκαλέσει τους κατάλληλους συνειρμούς στο παιδικό του ακροατήριο.
Κάθε όργανο της ορχήστρας αντιστοιχεί σε έναν χαρακτήρα του παραμυθιού. Επιδίωξη του συνθέτη είναι να δημιουργήσει μια πραγματική, απλή και κατανοητή μουσική, που οπωσδήποτε δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά, διατηρώντας ταυτόχρονα όλα τα χαρακτηριστικά του μουσικού του ύφους.
Η τεράστια δημοτικότητα του έργου σε συνδυασμό με τις μεταφράσεις του παραμυθιού σε πολλές γλώσσες – το κείμενο του οποίου γράφτηκε από τον ίδιο το συνθέτη – σύντομα καθιέρωσαν το έργο στην παγκόσμια μουσική φιλολογία.
«Ο Πέτρος δε φοβάται τους λύκους κι ας λέει ο παππούς ότι είναι επικίνδυνοι… Είναι επειδή ο παππούς είχε δει λύκους εκεί τριγύρω, ενώ το αγόρι όχι. Μέχρι, βέβαια, τη μέρα που άφησε ανοιχτή την πόρτα του φράχτη και βγήκε έξω από το κήπο τους. Η συντροφιά του παράξενη! Το μικρό πουλί που τσακώνεται με τη στρουμπουλή πάπια στη λίμνη, η πονηρή γάτα που παραμονεύει να φάει το πουλί και κάπου πιο πέρα κρυμμένος ο λύκος!!! Όμως, όταν αποφασίσει να επιτεθεί, ο Πέτρος ο γενναίος, θα φανεί πιο έξυπνος από τον λύκο και θα του στήσει παγίδα. Θα σώσει, άραγε, ο Πέτρος τους μικρούς του φίλους; Κι ο λύκος; Ποια θα είναι η μοίρα του τώρα που έφτασαν οι κυνηγοί;»